Μια φορά κι έναν καιρό ζούσαν σε μια γειτονιά της πόλης μας κάποιος ψυχές ξεχασμένες από Θεό και ανθρώπους. Πολύ κοντά τους, δίπλα τους, οι καθώς πρέπει σαν και μας, χορτάτοι, αξιοπρεπώς ενδεδυμένοι, απρόσβλητοι από τα καιρικά φαινόμενα, γύριζαν το κεφάλι τους αλλού ή στην καλύτερη περίπτωση ντρέπονταν γι΄ αυτό που έβλεπαν. Πολλοί από τους "καθώς πρέπει" δεν είχαν ιδιαίτερο πρόβλημα αν με κάποιο τρόπο εξαφανιζόταν (αδιάφορο πως) η ασχήμια από μπροστά τους.
Πέρασαν πάνω από δύο δεκαετίες και αυτοί οι παρειές, ανάμεσα τους και 60 παιδιά, άντεξαν, ντυμένοι με τη γύμνια τους, χορτασμένοι από την πείνα τους, τυλιγμένοι με τα κουρέλια τους ή κάποια χαρισμένα ρούχα, χωμένοι κάτω από πρόχειρα στηριγμένα κομμάτια νάιλον, που το σύνολο τους το βάφτιζαν σπίτι.
Γεμάτα απορία τα παιδικά μάτια "γιατί μας ξεχνάει ο Θεός"; (όσα βεβαίως διδάχτηκαν ότι υπάρχει Θεός) αλλά κυρίως "γιατί μας ξεχνούν οι τρανοί που κάνουν κουμάντο, αλλά και αυτοί που είναι δίπλα από τους τρανούς και παριστάνουν τους σπουδαίους στο τόπο τους". Κι όσο δεν παίρνουν απάντηση φορτώνονταν με μίσος για όλους τους απέναντι, που ζούσαν καλύτερα προστατεύοντας (όχι άδικα) τα κεκτημένα τους, με κάθε τρόπο!
Έτσι πέρασαν κι άλλους χειμώνες συντροφιά με τα ποντίκια που περιφέρονταν ανάμεσα τους αναζητώντας και αυτά την τροφή τους, κι όταν δεν την έβρισκαν κατέφευγαν στ΄ αυτάκια και τις μύτες των μικρών κυρίως παιδιών.
Την ίδια στιγμή οι τρανοί και οι σπουδαίοι στον τόπο τους, ή τέλος πάντως κάποιοι από αυτούς, τους επισκέπτονταν κάνοντας πως νοιάζονται. Στην ερώτηση γιατί σας επισκέπτονται οι "τρανοί" και οι σπουδαίοι, η απάντηση αβίαστη: "για την ψήφο"
Άντεξαν και αντέχουν απ’ ότι μαθαίνουμε μέχρι σήμερα και επιβιώνουν. Οι όποιες προσπάθειες διεξόδου απ’ ότι επίσης μαθαίνουμε, σκόνταφταν σε γραφεία με αρμόδιους και αναρμόδιους οι οποίοι απαιτούσαν "παιδεία" από τους άλλους χωρίς οι ίδιοι να τη διαθέτουν. Όχι παραρτήματα σχολείων γιατί έτσι «γκετοποιούνται» λέγανε, "μα η σημερινή κατάσταση αποτελεί γκέτο" απαντούσαν άλλοι, όσο για τη δική τους "γη της επαγγελίας" που θα τους φιλοξενούσε, μαθαίνουμε ότι ακόμη αναζητείται.
Έτσι περνούσε ο καιρός και η κατάσταση παρέμενε σχεδόν αμετάβλητη. Την ίδια στιγμή οι σπουδαίοι στον τόπο τους ή κάποιοι τέλος πάντων από αυτούς, σε κάποιο μεγαλοπρεπές κτήριο, Δημαρχείο το λέγανε, δίνανε μάχη για το ποιος τα λέει καλύτερα κι όχι για τα ίδια τα προβλήματα.
Ταμπουρωμένοι στα χαρακώματα της προσωπικής προβολής το ενδιαφέρον τους περιοριζόταν στο πως θα την προωθήσουν καλύτερα.
Δε ξέρει κανείς (έτσι λέει το παραμύθι) αν γνώριζαν τη λέξη αυτοκριτική, κι αν την άκουγαν μάλλον τη θεωρούσαν "νεολεξία".
Θα διδαχθούμε άραγε από το παραμύθι αυτό, μήπως γίνουμε λίγο καλύτεροι;
Ας το ελπίσουμε……..
Κάθε ομοιότητα βεβαίως με πρόσωπα και πράγματα είναι τελείως συμπτωματική.
Πέρασαν πάνω από δύο δεκαετίες και αυτοί οι παρειές, ανάμεσα τους και 60 παιδιά, άντεξαν, ντυμένοι με τη γύμνια τους, χορτασμένοι από την πείνα τους, τυλιγμένοι με τα κουρέλια τους ή κάποια χαρισμένα ρούχα, χωμένοι κάτω από πρόχειρα στηριγμένα κομμάτια νάιλον, που το σύνολο τους το βάφτιζαν σπίτι.
Γεμάτα απορία τα παιδικά μάτια "γιατί μας ξεχνάει ο Θεός"; (όσα βεβαίως διδάχτηκαν ότι υπάρχει Θεός) αλλά κυρίως "γιατί μας ξεχνούν οι τρανοί που κάνουν κουμάντο, αλλά και αυτοί που είναι δίπλα από τους τρανούς και παριστάνουν τους σπουδαίους στο τόπο τους". Κι όσο δεν παίρνουν απάντηση φορτώνονταν με μίσος για όλους τους απέναντι, που ζούσαν καλύτερα προστατεύοντας (όχι άδικα) τα κεκτημένα τους, με κάθε τρόπο!
Έτσι πέρασαν κι άλλους χειμώνες συντροφιά με τα ποντίκια που περιφέρονταν ανάμεσα τους αναζητώντας και αυτά την τροφή τους, κι όταν δεν την έβρισκαν κατέφευγαν στ΄ αυτάκια και τις μύτες των μικρών κυρίως παιδιών.
Την ίδια στιγμή οι τρανοί και οι σπουδαίοι στον τόπο τους, ή τέλος πάντως κάποιοι από αυτούς, τους επισκέπτονταν κάνοντας πως νοιάζονται. Στην ερώτηση γιατί σας επισκέπτονται οι "τρανοί" και οι σπουδαίοι, η απάντηση αβίαστη: "για την ψήφο"
Άντεξαν και αντέχουν απ’ ότι μαθαίνουμε μέχρι σήμερα και επιβιώνουν. Οι όποιες προσπάθειες διεξόδου απ’ ότι επίσης μαθαίνουμε, σκόνταφταν σε γραφεία με αρμόδιους και αναρμόδιους οι οποίοι απαιτούσαν "παιδεία" από τους άλλους χωρίς οι ίδιοι να τη διαθέτουν. Όχι παραρτήματα σχολείων γιατί έτσι «γκετοποιούνται» λέγανε, "μα η σημερινή κατάσταση αποτελεί γκέτο" απαντούσαν άλλοι, όσο για τη δική τους "γη της επαγγελίας" που θα τους φιλοξενούσε, μαθαίνουμε ότι ακόμη αναζητείται.
Έτσι περνούσε ο καιρός και η κατάσταση παρέμενε σχεδόν αμετάβλητη. Την ίδια στιγμή οι σπουδαίοι στον τόπο τους ή κάποιοι τέλος πάντων από αυτούς, σε κάποιο μεγαλοπρεπές κτήριο, Δημαρχείο το λέγανε, δίνανε μάχη για το ποιος τα λέει καλύτερα κι όχι για τα ίδια τα προβλήματα.
Ταμπουρωμένοι στα χαρακώματα της προσωπικής προβολής το ενδιαφέρον τους περιοριζόταν στο πως θα την προωθήσουν καλύτερα.
Δε ξέρει κανείς (έτσι λέει το παραμύθι) αν γνώριζαν τη λέξη αυτοκριτική, κι αν την άκουγαν μάλλον τη θεωρούσαν "νεολεξία".
Θα διδαχθούμε άραγε από το παραμύθι αυτό, μήπως γίνουμε λίγο καλύτεροι;
Ας το ελπίσουμε……..
Κάθε ομοιότητα βεβαίως με πρόσωπα και πράγματα είναι τελείως συμπτωματική.
...............................................................................
Ο Τηλέμαχος Χατζηαθανασίου είναι Αντιδήμαρχος Κοινωνικής Πολιτικής, Αλληλεγγύης και Εθελοντισμού του Δήμου της Βέροιας. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας "Μακεδονική".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου